Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Η εκκλησία και ο στρατός έχουν χωρίσει τον κόσμο στα δυο και δεν υπάρχει χώρος, γη για εμάς.
Βγάλε τα ακουστικά
άκου τους ήχους του δρόμου
πώς σβήνουν
Δεν θα τους ξανακούσεις
έπαψαν πια να επιβάλλονται
η εξοικείωση με τις απώλειες είναι σημάδι ενηλικίωσης. 
Δεν ξέρω πόσο αντέχει ένας άνθρωπος να ζει χωρίς να ερωτεύεται.
Δεν ξέρω κατά πόσο ζει όσο δεν ερωτεύεται.
Έχω ξεχάσει ή ίσως δεν έμαθα ποτέ πώς να ερωτεύομαι. Την τέχνη, τους ανθρώπους, τη ζωή. Και είναι μία ατέρμονη εναλλαγή μέρας και νύχτας η ζωής χωρίς τον έρωτα.
Θα είναι πράγματι μεγάλη η διαφορά όταν θα ζούμε ερωτευόμενοι.
Ο πόνος ίσως να είναι πιο ευχάριστα ανυπόφορος.  
Όταν τα φώτα αναβοσβήνουν με ταχύτητα πάνω στους νέους που λικνίζονται στο άκουσμα της μουσικής, κάθε τους κίνηση αιχμαλωτίζεται σαν μέσα σε καρέ. Κι εγώ μένω να χαζεύω και να κοιτώ υπνωτισμένη, γιατί ξεχνώ για μια στιγμή πως είμαι εκτεθειμένη και σαν τους άλλους θεατή.
Η τέχνη είναι άραγε αυτή που εξελίσσεται σε ιδέα ή μήπως μια ιδέα είναι αυτή που γίνεται τέχνη;

Double bass

Στις συναυλίες επέλγε πάντα να απομονώνει την μπασογραμμή, λες και κατά κάποιον τρόπο όλος ο ερωτισμός της μπλουζ να ήταν γι αυτή ένα κοντραμπάσο(ή η πικρή αναπόληση ενός έρωτα που δεν πρόλαβε ποτέ της να βιώσει)

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Αναζητώ απεγνωσμένα το καινούργιο, μα σαν τύχει και το βρω, θα νοσταλγώ-και με τι πόνο- το κάθε τι παλιό.

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Όταν τον ρώτησαν γιατί σταμάτησε να παίζει τσέλο, εκείνος απάντησε: << Είχε φωνή έκτασης τσέλου. Κάθε φορά που παίζω είναι σαν να την ακούω να μιλάει. Και δεν μπορώ να το αντέξω>>

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Πλέον συνήθισα μέχρι το χρόνο να μετρώ, έχοντας ως σημείο αναφοράς τις μέρες μακριά σου. Και είναι στιγμές που συλλογίζομαι-με θλίψη-πόσο καιρό έχω χάσει αναμένοντας ότι ίσως κάποτε-δεν ξέρω πότε, αλήθεια- θα καταφέρω να εισβάλω στη ζωή σου και να μείνω.  
Χρειάζομαι νέες λέξεις, διότι όσες γνώριζα έχουν εξαντληθεί. Είτε από τη χρήση είτε από την αχρησία. 
Κι είναι η ζωή μας μία πέτρα γνωστική
που άφησε-σαν να 'ξερε
στην άκρη μια χαραματιά
να μπαίνει φως περίσσειο
Κάθε Σεπτέμβρη δε θα κοιτάζω το φεγγάρι
θα είναι αδιάφορα όμορφο
αυτό που με τρομάζει-ο φασισμός στην εξουσία
όλο βουίζει

<< Αν δε σκοτώσουν Έλληνα γεφύρι δε στεριώνει >>
Χτύπησε το έδαφος σαν ο φλοιός της γης να ήταν πιο μαλακός από κάθε άνθρωπο.

Η τύφλωση, Ελίας Κανέτι
<< Φασισμός είναι να σε ρωτούν δημοσίως για την ιδιωτική σου ζωή και να σε ανακρίνουν ιδιωτικά για τις δημόσιες πράξεις σου>>

Δ. Ν. Μαρωνίτης
Μέσα στην απόλυτα νεκρική σιγή της βιβλιοθήκης ανακάλυψα ότι αισθάνομαι πιο άνετα όταν οι άνθρωποι γύρω μου επιλέγουν να μένουν σιωπηλοί. Έχουν λιγότερες απαιτήσεις από εμένα και έτσι καταφέρνουμε να επικοινωνήσουμε ευκολότερα.
Μετά από μία όμορφη συζήτηση με τον Φ στην Εφημερίδα, μετά λύπης συνειδητοποίησα ότι αυτό που πιο πολύ από όλα ξεχνάμε είναι πάντα τα λόγια των ανθρώπων. Verba volent. Και αυτό που μας κινεί να γράφουμε είναι ο φόβος ότι το πρώτο αεράκι που θα φυσήξει θα πάρει τα λόγια και τις σκέψεις μας μαζί του και-με μια ανάσα-όλα θα χαθούν. 
Ποτέ δεν τον ενδιέφερε ιδιαίτερα να παρακολουθεί τις εξελίξεις μες στη γυάλα με τα ψάρια. Όταν μια μέρα παρατήρησε ότι τα πιο παχιά είχαν αρχίσει να τρώνε τα μικρά, καθόλου δεν ταράχτηκε. Σάμπως αναμενόμενο δεν ήταν το μεγάλο ψάρι-αργά ή γρήγορα-να φάει το μικρό; Ακόμη κι όταν -έβλεπε τα μικρά να βγάζουν μπουρμπουλήθρες ως έκκληση προς βοήθεια, και πάλι περιττό το βρήκε να επέμβει. Ώσπου μια μέρα δεν έμειναν άλλα ψαράκια διαθέσιμα να φαγωθούν και τα μεγάλα και τρανά λυσσούσαν μες στη γυάλα. Τόσο που δεν υπέμειναν. Έδωσαν μία, πήδηξαν και αδηφάγα όπως ήταν τον κατασπάραξαν. Τότε μόνο κατάλαβε ότι εδώ και καιρό όφειλε αποφασιστικά να έχει δράσει. Αλλά και δεύτερη ζωή να του δινόταν, θα προτιμούσε-και με τι προθυμία!- να αδρανεί. 
Να μην εξεγειρόμεθα, να μην ορθώνεται η φωνή και η αντίθεσή μας σε κάθε αυθαιρεσία-αυτό και τίποτε άλλο θα έπρεπε να υπολογίζουμε οι άνθρωποι ως μέγιστο σφάλμα μας.
Έχω μέχρι αηδίας κουραστεί να είμαι η σκηνοθέτις-και όχι η ηθοποιός-της ζωής μου. 

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Πώς γίνεται ο άνθρωπος στιγμιαία να ξεχνά (ή πρέπει να μην έμαθε ποτέ) πως και οι άλλοι γύρω του άνθρωποι είναι; Και πως κι αυτοί σαφώς πονούν, ζαρώνουν κι υποφέρουν.


<<μια χούφτα χιόνι στην αμμουδιά, απλωμένο-μια δύο μέρες-που θα λιώσει>>
Δεν τον φοβάμαι πια τον θάνατο. Φοβάμαι μόνο μη χαθώ χωρίς να σ' έχω αγαπήσει όπως θα σ' άξιζε. ή όπως ίσως θα μου άρεσε- πλατιά. πιστά. ως το φεγγγάρι.

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Φιλαλήθεια


Τιμωρώ τον εαυτό μου με το να λιγοστεύω τις φορές που σε κοιτάω- της έγραψε σ' ένα σομόν μειωμένο εισιτήριο λεωφορείου. Αίφνης το πήρε και το πέταξε όσο πιο μακριά μπορούσε. Τον τρόμαξε η ιδέα. Μη τύχει και το μάθει. 
Ίσως να σ' αγαπώ για μια σου παρομοίωση.
Η μητρική πλακέτα-μου ψιθύρισες-μοιάζει μ'ανάγλυφο αστικό νυχτερινό τοπίο. 

J.M. Basquiat






Σήμερα για μια στιγμή κατάφερα να αιχμαλωτίσω το φεγγάρι. Αλλά καθώς δεν είχα φωτογραφική για ν' απαθανατίσω τη στιγμή δεν πρόκειται κανείς να με πιστέψει. Θα μείνω να στοχάζομαι την όμορφη ανάμνηση κι ας μη μάθω ποτέ αν πράγματι συνέβη ή ήταν μια ακόμη φαντασία.
Οι άσπρες σελίδες των τετραδίων μου με θλίβουν. Προδίδουν σιωπηρώς ένα κενό των έσω της ψυχής μου. Ενίοτε ανυπόφορο. Συχνά υποφερτό, βιώσιμο. Πάντα λευκό, να μου θυμίζει πόσα-αν ήθελα-θα είχα ζήσει να διηγούμαι.
Η ψυχεδέλεια- μου είπες- είναι η πτώση. Αφήνεσαι αβίαστα, εισβάλεις στο κενό. Μα διόλου δεν σ απασχολεί τι έπεται, τι μέλλει
Σ ένα παγκάκι-ως-ξένοι σπεύδουν να σπάσουν τη σιωπή. Δυο δρόμους πέρα, φίλοι σωπαίνουν- στοχάζονται όσα έχουν ειπωθεί

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Ως πολίτες δεν είμαστε τίποτα παραπάνω για την κυβέρνηση από σκόρπιοι και άψυχοι αριθμοί.
Τι θ απογίνουν τα παιδιά μας; Είμαστε όλοι βουτηγμένοι ως το σαγόνι μες στη λάσπη. Άκαμπτοι, άβουλοι. Αυτό που κάποιος θαρρετά ονόμασε βέβαιος θάνατος. Ή επαλήθευση ζωής που δεν βιώθηκε ποτέ.
Και κάποτε διαμαρτύρεται για τις πετούνιες και τα γιασεμιά
πως τάχα έπαψαν να μεγαλώνουν. μα ήταν χτες που την είδα-και με τι πάθος-να τα μαδάει ανελέητα
Ίσως να είμαι το πεφταστέρι που δεν πρόλαβε-ή δεν θέλησε-να πέσει.
Αν έπρεπε να δώσω έναν τίτλο στις μέρες μου-γεγονός που συνήθως αποφεύγω να κάνω- ημέρες μοναξιάς θα ήταν. Μοναξιάς. Και φοβάμαι πως όχι μοναχικότητας, όπως θα μου άρεσε.